Στις 13 Απριλίου του 1936 ο Ιωάννης Μεταξάς ανέλαβε την διακυβέρνηση της χώρας, με ανάθεση από το Βασιλέα και ψήφο εμπιστοσύνης από τη Βουλή. Η κυβέρνηση του, έλαβε ψήφο εμπιστοσύνης από όλα τα μεγάλα κόμματα της εποχής. Την υπερψήφισαν 241 βουλευτές, καταψήφισαν μόλις 16, δηλαδή οι 15 του ΚΚΕ και ο Γ. Παπανδρέου. Στην συνέχεια προέβη στην αναστολή όρων του Συντάγματος.
Ο Μεταξάς δεν έχασε καθόλου χρόνο και ξεκίνησε άμεσα την προπαρασκευή των Ενόπλων Δυνάμεων για τον πόλεμο που ερχότανε. Από το 1936 μέχρι το 1940 κατασκευάστηκε με απόλυτη μυστικότητα η γραμμή Μεταξά στα βόρεια σύνορα της Ελλάδας, που στηρίζονταν σε 21 οχυρά. Σκοπός τους ήταν η εξασφάλιση της εδαφικής ακεραιότητας της Ελλάδας, από την βουλγαρική επεκτατική πολιτική, που αξίωνε έξοδο στο Αιγαίο Πέλαγος.
Για το Πολεμικό Ναυτικό, προέβη σε παραγγελία 4 αντιτορπιλικών δύο από τα οποία θα κατασκευάζονταν στα βρετανικά ναυπηγεία Yarrow και άλλα δύο στα υπό σύσταση Ναυπηγεία Σκαραμαγκά. Λόγω της έκρηξης του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου έφτασαν στην Ελλάδα μόνο τα δύο: το «Βασιλεύς Γεώργιος» (Ιανουάριος 1939) και το «Βασίλισσα Όλγα» (Φεβρουάριος 1939). Ταυτόχρονα συστάθηκαν νέες διοικήσεις (Ναυτικών Όπλων, Τεχνικών Υπηρεσιών, Τεχνικού Πυροβολικού, Τορπιλών – Ναρκών) και αναδιοργανώθηκαν οι υποδομές υποστήριξης του Στόλου.
Για την Ελληνική Βασιλική Αεροπορία ο Ιωάννης Μεταξάς, κατάρτησε πενταετές πρόγραμμα για την προμήθεια 275 πολεμικών αεροσκαφών με τον οπλισμό και τα πυρομαχικά τους, καθώς και την κατασκευή των απαραίτητων εγκαταστάσεων για αυτά. Ως το τέλος του 1939 παραλήφθηκαν 128 αεροσκάφη διώξεων, βομβαρδισμού, στρατιωτικής και ναυτικής συνεργασίας, 75 αρχικής και προκεχωρημένης εκπαίδευσης. Άλλα 107 αεροσκάφη δεν παρελήφθησαν ποτέ λόγω της έναρξης του πολέμου. Οι κατασκευάστριες εταιρείες διασφαλίζοντας τα συμφέροντα των κυβερνήσεων τους αρνήθηκαν να εκτελέσουν τις παραδόσεις ή κωλυσιεργούσαν εντέχνως, όταν διαφάνηκαν στον ορίζοντα τα σύννεφα του επερχόμενου νέου Μεγάλου Πολέμου.
Στις 15 Αυγούστου 1940, το καταδρομικό Έλλη έφτασε από τα ξημερώματα σημαιοστολισμένο στην Τήνο, αποτελώντας την επίσημη κρατική συμμετοχή στη γιορτή της Κοίμησης της Θεοτόκου. Χιλιάδες προσκυνητές είχαν κατακλύσει το νησί. Στις 8.30 π.μ. τρεις τορπίλες κατευθύνθηκαν προς τον όρμο όπου ναυλοχούσε το πλοίο. Η πρώτη βρήκε μια ξέρα κι εξερράγη κοντά στον φάρο. Η δεύτερη έπεσε στον κυματοθραύστη. Η τρίτη έπληξε το «Έλλη» στα ύφαλα.
Στις 2.50 π.μ. της 28/10/1940 έφτασε στο σπίτι του Ιωάννη Μεταξά στη γωνία Κεφαλληνίας και Δαγκλή στην Κηφισιά ένα αυτοκίνητο του Διπλωματικού Σώματος. Μέσα σ’ αυτό βρίσκονταν τρεις άντρες. Ο ένας κατέβηκε (επρόκειτο για τον Αλβανό Ντεσάντο, διερμηνέα της ιταλικής πρεσβείας) και μιλώντας ελληνικά στον χωροφύλακα σκοπό είπε ότι ο πρέσβης της Ιταλίας Γκράτσι ήθελε να μιλήσει στον Μεταξά. Ο χωροφύλακας χτύπησε το ηλεκτρικό κουδούνι της σκοπιάς του για να ειδοποιήσει τους ενοίκους του σπιτιού. Ο Μεταξάς κατέβηκε στον κήπο. Αναγνώρισε την ιταλική σημαία και κατάλαβε ότι είχε φτάσει η ώρα μηδέν. Χαιρέτησε τον Γκράτσι και έκανε νεύμα στον σκοπό να αφήσει ελεύθερη τη διάβαση. Ο Ντεσάντο με τον Στρατιωτικό Ακόλουθο έμειναν στον δρόμο. Ο Μεταξάς κι ο Γκράτσι ανέβηκαν στον πρώτο όροφο του σπιτιού. Ο Ιταλός έδωσε το τελεσίγραφο και ο Μεταξάς, αφού το διάβασε, είπε: «Alors, c’ est la guerre» («Ώστε έχουμε πόλεμο»). Ο Γκράτσι αιφνιδιάστηκε και προσπάθησε να πείσει τον Μεταξά ότι δεν ήταν ακριβώς έτσι τα πράγματα. Ο Μεταξάς που είχε συγκινηθεί ήταν όμως αμετάπειστος. Η ευθύνη θα βαρύνει αποκλειστικά την ιταλική κυβέρνηση. Ήξερε κάλλιστα πως το μόνο που επιθυμούσε η Ελλάς ήτανε να παραμείνει ουδετέρα. Ήξερε όμως και πως ήμασταν αποφασισμένοι να υπερασπίσουμε απέναντι σ’ οποιονδήποτε το εθνικό μας έδαφος». Ο Γκράτσι απάντησε: «Διατηρώ την ελπίδα πως θα λάβετε υπ’ όψη σας τη διαβεβαίωση της διακοινώσεως ότι η ιταλική κυβέρνησις δεν επιβουλεύεται τα κυριαρχικά δικαιώματα και την ανεξαρτησία της Ελλάδος. Θα περιμένω ως τις έξι στην πρεσβεία». Ο Μεταξάς του έδειξε να καταλάβει ότι η συζήτηση είχε τελειώσει. Ο Γκράτσι αισθάνθηκε αμηχανία και ντροπή. Υποκλίθηκε στον Έλληνα πρωθυπουργό και αποχώρησε με σκυμμένο πρόσωπο.
Αν αυτή την στιγμή η Ελλάδα έχει κάτι να αισθάνεται υπερήφανη για την πρόσφατη ιστορία της. Αυτό είναι το έπος του 40. Το οποίο δεν έγινε τυχαία. Οφείλεται στον αρχιτέκτονα της προετοιμασίας του, τον Ιωάννη Μεταξά, ο οποίος όχι μόνο προετοίμασε τις Ένοπλες Δυνάμεις για τον πόλεμο που ερχότανε, αλλά είπε και το ΟΧΙ.
Το ΚΚΕ βέβαια υποστηρίζει πως το ΟΧΙ το είπε ο λαός. Ξεχνώντας ότι ζητούσε από τους οπαδούς του να μην συμμετέχουν στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο του Μεταξά. Και κράτησε αυτή την στάση όσο το Σύμφωνο Ρίμπεντροπ – Μολότοφ ήταν σε ισχύ. Η αλήθεια όμως είναι ότι το ΟΧΙ το είπε Ο Μεταξάς. Το ΚΚΕ με τη επιμονή του να υποστηρίζει ότι ο λαός είπε το ΟΧΙ, στην ουσία επιβεβαιώνει το μεγαλείο του Μεταξά. Και αυτό γιατί σύμφωνα με τον Κινέζο φιλόσοφο Λάο Τσέ “Ο καλύτερος ηγέτης είναι εκείνος που οι άλλοι ίσα που καταλαβαίνουν την ύπαρξή του. Όταν η δουλειά τελειώσει και ο στόχος επιτευχθεί, θα πουν: το κάναμε μόνοι μας”