f35 fighter

Σχέση υψηλής στρατηγικής και εξοπλιστικής πολιτικής

Μοιραστείτε το άρθρο στα Social Media

Γράφει: Ο Κωνσταντίνος Καραγιαννίδης*

Ο γνωστός διεθνολόγος Αθανάσιος Πλατιάς, δημοσίευσε μια ενδιαφέρουσα επισκόπηση της ελληνικής υψηλής στρατηγικής για την παρελθούσα πεντηκονταετία (1974-2024).

Δυστυχώς, όχι μόνον δεν μπορώ να αναιρέσω την απαισιοδοξία που αποπνέει το κείμενο για το μέλλον, αλλά μάλλον θα την ενισχύσω, προσθέτοντας κάποιες παρατηρήσεις σε μια κρίσιμη παράμετρο, που δεν θίγει σε βάθος το άρθρο: την ασυνέπεια υψηλής στρατηγικής και εξοπλιστικής πολιτικής.

(α) Αμυντικό δόγμα Ελλάδος

Ο αμυντικός αναπροσανατολισμός της Ελλάδος, προς την τουρκική απειλή (ιδιαιτέρως δε στο θέατρο επιχειρήσεων  της Κύπρου), είχε ξεκινήσει νωρίτερα από το 1974.

Οι γαλλικές πυραυλάκατοι (Combattante-II), τα γερμανικά υποβρύχια (Τ209/1100) και το φιλόδοξο πρόγραμμα εκσυγχρονισμού της ΠΑ (Phantom, Mirage-F1, Corsair, C130), ήταν σχεδιασμός που δρομολογήθηκε επί δικτατορίας Παπαδόπουλου και ουδεμία σχέση είχε με εκπλήρωση συμβατικών συμμαχικών υποχρεώσεων, στα πλαίσια του ΝΑΤΟ.

Ως προς την πρώτη ευρεία εισαγωγή μη αμερικανικών οπλικών συστημάτων, μετά τον ΒΠΠ, σημαντική είναι η μαρτυρία του υποπτεράρχου ε.α. Εδμόνδου Λάιτμερ για την ανάγκη στροφής σε γαλλικά όπλα, στην αεροπορία, απόρροια της αμερικανικής κωλυσιεργίας στην ροή ανταλλακτικών, κατά την κρίση του Νοεμβρίου 1967.

(β) Οι εξοπλισμοί μετά το 1980 αγνοούν (μερικώς ή ολικώς) τον επιχειρησιακό παράγοντα της Κύπρου

Παρά το “casus belli” του 1987 και το δόγμα ενιαίου αμυντικού χώρου (ΔΕΑΧ) του 1993, η Ελλάδα δεν διέθετε καταλληλότερα στρατιωτικά μέσα για εμπλοκή στην Κύπρο, σε σχέση με το 1974, καίτοι θα έπρεπε να είχε δρομολογήσει από καιρού ειδικά εξοπλιστικά προγράμματα!

Ειδικότερα:

  • Αεροπορικός βραχίονας
    • Η περιβόητη “αγορά του αιώνα” αγνόησε την προτέρα εισήγηση της ΠΑ για F18 (και μάλιστα με γραμμή παραγωγής στην ΕΑΒ!), προτιμώντας τον συνδυασμό F16/Mirage-2000 (με ό,τι συνεπάγεται η κατάτμηση της παραγγελίας στα διπλωματικό/οικονομικό/βιομηχανικό σκέλη), τα οποία, όμως, είχαν πρόβλημα να δράσουν στην Κύπρο, λόγω περιορισμένης ακτίνας δράσεως.
    • Η κατασκευή της ΑΒ Πάφου ήταν απλώς ημίμετρο, καθώς σε περίοδο επιχειρήσεων είναι αμφίβολο κατά πόσον θα μπορεί να εξυπηρετεί φίλια αεροσκάφη, ως προκεχωρημένη και εκτεθειμένη στα πυρά πρώτης γραμμής του τουρκικού πυραυλικού πυροβολικού.
    • Μόνο με την παραγγελία των 60 F16-Block52+ (τα οποία θα έφεραν πρόσθετες δεξαμενές καυσίμου CFT, προσαρμοσμένες στην άτρακτο), το 1999, η ΠΑ μπορούσε να δράσει με αξιώσεις στην Κύπρο, δυνατότητα η οποία επεκτάθηκε μόλις προσφάτως, με την απόκτηση των Rafale.
    • Αεροσκάφη εναερίου ανεφοδιασμού, που θα μπορούσαν να παρατείνουν τον χρόνο εναερίων περιπολιών (CAP) στην Α. Μεσόγειο (σε περιόδους κρίσεων), ή να διευκολύνουν τις επιχειρήσεις της ΠΑ στην ίδια περιοχή, ουδέποτε απεκτήθησαν, έως σήμερα.
  • Ναυτικός βραχίονας
    • Τη εξαιρέσει 4 αντιτορπιλικών τύπου “C. F. Adams” (παρεχωρήθησαν δωρεάν στο ΠΝ, από το USN, μετά τον πόλεμο του Κόλπου), περιορισμένων δυνατοτήτων, που υπηρέτησαν στο διάστημα 1992-2004, ουδέποτε το ΠΝ απέκτησε πλοία με δυνατότητα αντιαεροπορικής καλύψεως περιοχής, για δράση σε ανοικτές θάλασσες (εκτός Αιγαίου).
    • Τα πρώτα τέτοια πλοία του είδους θα είναι οι – εν αναμονή ναυπηγήσεως – γαλλικές φρεγάτες FDI, αν και ολιγάριθμες, ενώ είναι άδηλο αν θα υφίσταται καν ο λοιπός στόλος, όταν θα παραληφθούν, λόγω γηράνσεως…

(γ) Αποσυσχέτιση πολιτικών ενεργειών από στρατιωτική ισχύ

Έχουν ενδιαφέρον κάποιες επισημάνσεις του ναυάρχου ε.α. Χρ. Λυμπέρη για το δόγμα ενιαίου αμυντικού χώρου (ΔΕΑΧ) Ελλάδος-Κύπρου (από το βιβλίο του “Οψόμεθα την αλήθεια καθώς εστί, 1994-1996“).

  • Αν και ήταν η σημαντικότερη στρατηγική επιλογή μετά το 1974 στα χέρια της κυπριακής κυβέρνησης, δεν προηγήθηκε σοβαρή διακρατική επιτελική επεξεργασία στα υπουργεία εξωτερικών και άμυνας.” (σελ. 248)
  • … δεν ήταν γραπτά διατυπωμένο το ΔΕΑΧ και επικρατούσε σύγχυση ακόμη και μεταξύ των επιτελών…” (σελ. 250)
  • Η ανυπαρξία γραπτών κατευθυντήριων οδηγιών της πολιτικής ηγεσίας προς τη στρατιωτική καθώς και η απουσία κυβερνητικών δεσμεύσεων…” (σελ. 251)
  • Όλα κατέληγαν στην ανάγκη βαθύτερης μελέτης των προβλημάτων, στη λήψη πολιτικών αποφάσεων οι οποίες θα μεταφράζονταν σε στρατιωτικές ενέργειες, στη διάθεση οικονομικών και ανθρώπινων πόρων, κ.α.” (σελ. 257)

Εν ολίγοις, διεκηρύχθη μια σημαντική πολιτική απόφαση, χωρίς να υπάρχουν τα κατάλληλα (στρατιωτικά) μέσα και οι οδηγίες να την υποστηρίξουν. Με τέτοιες (επικοινωνιακές) πρακτικές, όμως, μειώνεται η αξιοπιστία των απειλών μας.

Η ειρωνεία είναι ότι, όταν ενετάχθησαν τα πρώτα F16-B52+ (με αυξημένη εμβέλεια, λόγω CFT) στο ελληνικό οπλοστάσιο, την δεκαετία του 2000, το ΔΕΑΧ αναιρέθηκε!!!

(δ) Συμπεράσματα

Θα κατέληγα, λοιπόν, ότι ουδέποτε υπήρξε ολοκληρωμένη πολιτική (σκοπός & μέσα) για την αντιμετώπιση της Τουρκίας:

  • Η μεν δικτατορία (Παπαδόπουλος) έθεσε – ορθότατα – τα θεμέλια στρατιωτικής υπεροχής, αλλά δεν είχε σχέδιο, ούτε και κατάλληλη στελέχωση, για να την αξιοποιήσει στο πολιτικό πεδίο.
  • Οι δε μεταπολιτευτικές κυβερνήσεις (με εξαίρεση τις δύο πρώτες, Καραμανλή, που συνέχισαν την υλοποίηση προγραμμάτων ενισχύσεως των ενόπλων δυνάμεων, ενώ παραλλήλως έθεσαν θεμέλια για εγχώρια πολεμική βιομηχανία, με την καθοδήγηση του αντιπτεράρχου ε.α. Βαγιακάκου) επέδειξαν παροιμιώδη αδιαφορία (έως και εχθρότητα) στο σκέλος της σκληρής ισχύος (μέχρι σημείου να έχουμε επίσημες δηλώσεις υπουργών εξωτερικών ότι “εμείς δεν πρόκειται να κάνουμε πόλεμο“!!!), ώστε ακόμη και οραματικές πολιτικές (όπως το ΔΕΑΧ) να αντιμετωπίζουν ανυπέρβλητα κωλύματα υλοποιήσεως επί του πεδίου.

Συνιστά, μάλιστα, εξαιρετική αντίφαση (για την μεταπολιτευτική περίοδο) ότι θιασώτες της άκαμπτης εξωτερικής πολιτικής δεν μεριμνούν ιδιαιτέρως για τα θεμέλια της σκληρής ισχύος μας, ενώ τα μεγαλύτερα εξοπλιστικά προγράμματα έχουν εκπονηθεί από κυβερνήσεις ευεπίφορες σε κατευναστικές/υποχωρητικές πρακτικές![*]

Οι προαναφερθείσες ανακολουθίες εκπέμπουν μια εικόνα αναξιοπιστίας του κράτους και ανερμάτιστης πολιτικής, που οδηγούν σε αποδόμηση την – όποια – αποτρεπτική μας ικανότητα.

Ώστε, καταντήσαμε επαίτες – όπως περιγράφει και το άρθρο του καθηγητή Πλατιά – ξένης βοήθειας. Μάλιστα έχει παγιωθεί ως πρακτική οι όποιοι εξοπλισμοί να μην επιλέγονται με τεχνικά/επιχειρησιακά κριτήρια, αλλά με αμιγώς πολιτικά, εν είδει “λύτρων” για “αγορά προστασίας”! Ως πότε, όμως, θα αρκεί αυτή, για την επιβίωσή μας;

[*] Περισσότερα επ’ αυτού, με απτά παραδείγματα, σε περυσινή συζήτηση στο ενημερωτικό ιστολόγιο των “Ανιχνεύσεων”.

ΥΓ:

Στον αντίποδα, γινόμαστε μάρτυρες της συνέπειας της τουρκικής πολιτικής και μάλιστα έναντι ημών! Ακολουθούν δύο εμβληματικά παραδείγματα που αποδεικνύουν την μεθοδικότητα των γειτόνων μας.

  • Μεταξύ 1964 (πρώτη απειλή εισβολής στην Κύπρο, που απεσοβήθη εξ αιτίας της παρεμβάσεως Lyndon Johnson) και 1974 η Τουρκία ενίσχυσε ιδιαιτέρως τα αποβατικά και αεραποβατικά της μέσα, προκειμένου να είναι σε θέση να υποστηρίξει καλύτερα μια πιθανή επέμβαση στην μεγαλόνησο.
  • Η διακήρυξη της “γαλάζιας πατρίδος” συνοδεύεται από ένα κολοσσιαίο πρόγραμμα ναυτικών εξοπλισμών (και μάλιστα εγχωρίων, σε μεγάλο βαθμό), καθώς και την προμήθεια ερευνητικών/γεωτρητικών σκαφών, ώστε να μην εξαρτάται το τουρκικό κράτος από πολυεθνικές εταιρείες με εξειδίκευση στον χώρο.

*Διπλωματούχος Ηλεκτρολόγος Μηχανικός & Μηχανικός Η/Υ του ΑΠΘ


Μοιραστείτε το άρθρο στα Social Media

Κωνσταντίνος Καραγιαννίδης

View all posts by Κωνσταντίνος Καραγιαννίδης →